Η ύπνωση δεν είναι ύπνος. Είναι μια κατάσταση διεγερμένης και αυξημένης εστιακής συγκέντρωσης της προσοχής και εσωτερικής ενημερότητας, με παράλληλη ελαττωμένη ενημερότητα των περιφερικών ερεθισμάτων. Είναι μια κατάσταση κατά την οποία ένας άνθρωπος, συνήθως με τη βοήθεια κάπου άλλου, επιτρέπει στον εαυτό του να γίνει πιο υποβόλιμος.
Η ύπνωση μπορεί καλύτερα να οριστεί σαν μια κατάσταση χαλάρωσης και εκλεκτικής συγκέντρωσης της προσοχής, κατάσταση κατά την οποία ο νους απομακρύνεται από τις καθημερινές έγνοιες και ενασχολήσεις και ελαττώνει ή και τελείως αποκλείει την αντίληψη του περιβάλλοντος και των όσων συμβαίνουν σε αυτό.
Σε κατάσταση βαθιάς χαλάρωσης η προσοχή και η συγκέντρωση εστιάζονται εντατικά σε ένα αντικείμενο ή θέμα, αφήνοντας το υποσυνείδητο ελεύθερο να ανταποκριθεί στην υποβολή και να γίνει ικανό να εκδηλώσει δημιουργική φαντασία. Η φαντασία αποδεσμεύεται από τους περιορισμούς της πραγματικότητας και της λογικής, του χώρου και του χρόνου. Ο άνθρωπος «αφήνει τα πράγματα να συμβούν» μέσω του υποσυνείδητου νου, αντί να προσπαθεί να τα κάνει να συμβούν με τον συνειδητό νου. Ελεύθερος από το άγχος και αποδεσμευμένος από την κυριαρχία του αναλυτικού νου, συγκεντρώνεται στα πράγματα που θέλει να κατανοήσει και να αλλάξει και στο με τι τρόπο μπορεί καλύτερα να γίνει αυτό.
Έννοιες που συχνά αναφέρονται για να χαρακτηρίσουν την ύπνωση και τις λεγόμενες «καταστάσεις trance» περιλαμβάνουν: καταστάσεις αλλαγής της συνειδητότητας (altered states of consciousness), κατάσταση αυξημένης ενημερότητας, κατάσταση εσωτερικής ενημερότητας, κατάσταση αυξημένης δεκτικότητας στην υποβολή, κατάσταση μη κριτικής αποδοχής της υποβολής.
Η ύπνωση είναι μια θεραπευτική τεχνική που προϋποθέτει έντονη σχέση του ασθενή με τον θεραπευτή, ώστε να δεχθεί ο πρώτος να εγκαταλείψει τον έλεγχο του, και χρησιμοποιείται για τρεις κυρίως λόγους:
1) Για τον έλεγχο συγκεκριμένων συμπτωμάτων, όπου ουσιαστικά πρόκειται για διδασκαλία τεχνικών αυτοϋπνωσης στο άτομο και τη χρήση στην κατάσταση trance, όπου περιέχεται, υπνωτικών εντολών προς τον εαυτό του, που «αναδομούν» τον τρόπο της σκέψης του για το πρόβλημα που θεραπεύεται (είτε παύει να πολεμά το σύμπτωμα, π.χ. πόνος, είτε τονίζει τη βλάβη που του κάνει κάποια έξη, π.χ. κάπνισμα). Έτσι η ύπνωση χρησιμοποιείται για τη θεραπεία του άγχους, υπερβολικής λήψης τροφής, φοβιών, χρόνιου πόνου, καπνίσματος, κ.α.
2) Για την αποκάλυψη απωθημένου στο ασυνείδητο υλικού, δηλαδή σαν επιπρόσθετη βοήθεια στην αποκαλυπτική ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία.
3) Για διαφοροδιαγνωστικούς λόγους.
Με την ύπνωση ανακουφίζονται οι χρόνιες κεφαλαλγίες, η κολίτιδα, οι πόνοι της γέννας και οι πόνοι των ελαφριών οδοντιατρικών επεμβάσεων.
Στις ΗΠΑ, η ύπνωση χρησιμοποιείται από τους ορθοπεδικούς για να κάνει λιγότερο επώδυνη την ανάταξη σπασμένων μελών. Σ’ αυτή την περίπτωση ο υπνωτιστής δε δίνει εντολές στον μισοκοιμισμένο άρρωστο αλλά επεμβαίνει έμμεσα, βάζοντας τον άρρωστο να κοιτά σταθερά μια δυνατή φωτεινή πηγή και φέρνοντάς τον σε μια κατάσταση ευφορίας και χαλάρωσης ενώ αυτός διατηρεί τις αισθήσεις του.